Ο Ιερεμίας προσεύχεται για το λαό του / Geremia prega per il suo popolo (10, 23)
Κύριε, γνωρίζω ότι ο δρόμος τού ανθρώπου δεν εξαρτάται απ’ αυτόν· του ανθρώπου που περπατάει δεν είναι το να κατευθύνει τα διαβήματά του.
Signore, so che la strada dell’uomo non dipende da lui; il dirigere i passi non è dell’uomo che cammina.
Κύριε, διαπαιδαγώγησέ με, όμως με κρίση· όχι μέσα στον θυμό σου, για να μη με συντελέσεις.
Signore, coreggimi, ma con giudizio; non nella tua ira, per non annientarmi.
Ξέχυνε τον θυμό σου επάνω στα έθνη, εκείνα που δεν σε γνωρίζουν, κι επάνω σε γενεές, που δεν επικαλούνται το όνομά σου. Επειδή, κατέφαγαν τον Ιακώβ, και τον κατανάλωσαν, και τον κατέφθειραν, και ερήμωσαν την κατοικία του.
Riversa la tua ira sulle nazioni, su quelle che non ti riconoscono, e sulle generazioni che non invocano il tuo nome. Perché hanno divorato Giacobbe, lo hanno consumato, e lo hanno distrutto, e hanno desertificato la sua casa.